Κήρυγμα Κυριακής των Μυροφόρων (Μρκ. ιε΄ 43 – 47, ιστ΄ 1 - 8)

 


Ο Ευαγγελιστής Μάρκος στο σημερινό Ευαγγελικό ανάγνωσμα, αυτό της Κυριακής των Μυροφόρων, μας διηγείται ότι ο Ιωσήφ με καταγωγή από την Αριμαθαία, ένα σεβαστό και επίσημο μέλος του Ιουδαϊκού Συνεδρίου ο οποίος πίστευε στην Βασιλεία του Θεού, τόλμησε και ζήτησε από τον Πιλάτο το σώμα του Ιησού. Ο Πιλάτος αρχικά απόρησε πώς τόσο γρήγορα είχε πεθάνει ο Χριστός. Για να σιγουρευτεί ακόμη περισσότερο, ζήτησε την επιβεβαίωση του θανάτου του Χριστού από τον κεντυρίωνα. Μόλις την έλαβε χάρισε το σώμα στον Ιωσήφ. Τότε, ο Ιωσήφ, αγόρασε ένα καινούριο και αμεταχείριστο σεντόνι, κατέβασε τον Χριστό από τον Σταυρό, Τον τύλιξε μέσα σ᾿ αυτό και Τον έβαλε σ᾿ ένα μνημείο σκαλισμένο σε βράχο και έκλεισε την είσοδό του με μία μεγάλη πέτρα. Την ίδια στιγμή η Μαρία η Μαγδαληνή και η Μαρία του Ιωσή έβλεπαν πού τοποθετήθηκε το σώμα του Χριστού. Αφού πέρασε το Σάββατο, η Μαρία η Μαγδαληνή, η Μαρία του Ιακώβου και η Σαλώμη αγόρασαν αρώματα για να αλείψουν το σώμα του Ιησού. Πολύ πρωΐ της Κυριακής όταν άρχισε να ανατέλλει ο ήλιος έρχονται στο μνημείο. Αναρωτιόντουσαν μεταξύ τους˙ ποιά θα κυλίσει την πέτρα από την είσοδο του μνημείου καθώς ήταν μεγάλη. Μόλις, όμως, κοίταξαν προς το μνημείο είδαν ότι η πέτρα βρισκόταν ήδη στην άκρη. Αφού μπήκαν μέσα στο μνημείο είδαν έναν νέο να κάθεται στα δεξιά ντυμένο με λευκή στολή και τρόμαξαν. Αυτός τους είπε: «Μήν τρομάζετε καίμή φοβάστε. Ξέρω ποιόν ζητάτε. ΖηττετόνησοτόνΝαζαρηνότόνσταυρωμένο. ναστήθηκε. Δένεναιδ. Νά, εναιδειανότό μέρος πού τόνβαλαν. λλά πηγαίνετε καί πέστε στούς μαθητές του καίδιαιτέρωςστόν Πέτρο, πού χεινάγκηπαρηγοριςκαί βεβαιώσεως τισυγχωρήθηκεγιάτήνρνησή του, τι πηγαίνει πρίνπόσςστήΓαλλιλαίακαίσς περιμένει κε. κεθάτόνδετε, πωςσςτόεπεπρίνσταυρωθε». Τότε αυτές βγήκαν και έφυγαν από το μνημείο. Τις είχε καταλάβει τρόμος και έκσταση. Λόγω του φόβου τους δεν είπαν τίποτε σε κανέναν.

          Πολύ όμορφα και γλαφυρά σχολιάζει ο Άγιος Επιφάνιος Κύπρου το γεγονός της Αποκαθήλωσης του Χριστού στον λόγο του «ΕςτήνΘεόσωμονΤαφήντο Κυρίου» και λέει: «”Κατά τό σούρουπο”, λοιπόν, “ρθεναςνθρωπος πλούσιος, ποτόνλεγανωσήφ”. Πραγματικά πλούσιος, φοπρελόκληρητή σύνθετη το Κυρίου πόσταση. ληθινά πλούσιος, φοπρεπ’ τόνΠιλτοτή διπλή τοΧριστοοσία. Σίγουρα πλούσιος, φοῦἀξιώθηκενά πάρει τόνεκτίμητο μαργαριτάρι. ναμφίβολα πλούσιος, φο βάσταξε τό γεμάτο μέτόν θησαυρό τςθεότητοςπουγγί. Καίπςνάμήνεναι πλούσιος ατός, ποῦἀπόκτησετο κόσμου τή ζωή καί σωτηρία; Πςνάμήνεναι πλούσιος ὁἸωσφ, φο δέχτηκε σάνδροΑτόνποῦὅλους τούς τρέφει καίλατά διαφεντεύει;» .

Και τί είπε στον Πιλάτο; «Κάτι σήμαντο, κάτι πού λοιτόθεωρον μικρό ρθανάσο ζητήσω, ρχοντά μου. Δσ᾿ μου νά θάψω τό νεκρό σμακείνου πού καταδίκασες (σε θάνατο), τοῦἸησοτο Ναζωραίου, τοῦἸησοτοφτωχο, τοῦἸησοτοῦἄστεγου, τοῦἸησοτογυμνο, τοῦἸησοτο περιφρονημένου, τοῦἸησοτογιοῦἑνόςμαραγκο, τοῦἸησοτο δέσμιου, τοῦἸησοτο παρατημένου στήνπαιθρο, τοῦἸησοτο ξένου καίγνώριστουνάμεσαστούς ξένους καίκαταφρονεμένουκαί, κοντά σ᾿ὅλαατά, κρεμασμένου (στό Σταυρό). Δσ᾿ μου τοτοντόν ξένο, γιατί τί σο χρειάζεται πιά τόσμα Του;» .

Καί συνεχίζει: «ραγε, ωσφ, ζητώντας Τον κα παίρνοντάς Τον, ξέρεις τάχα Ποιόν πρες; ραγε, πλησιάζοντας στΣταυρκα κατεβάζοντας τνησο, ξέρεις τάχα Ποιόν βάσταξες; ν πραγματικά ξέρεις Ποιόν κρατς, τώρα χεις γίνει πλούσιος! … Δν τρέμεις, ραγε, καθς σηκώνεις στ χέρια σου Ατνπο τρέμουν τΧερουβεμ; … Πές μου, ωσφ, θάβεις, ραγε, καπρόςτννατολ στραμμένο τόν νεκρό, ποεναιἡἈνατολτννατολν;».

Και καταλήγει: «μως, ωσφ, μακαρίζω τά χέρια σου, πο περιποιήθηκαν καί ψηλάφησαν τάθεόσωμα χέρια καί πόδια τοῦἸησο, αματόβρεχτακόμα. Μακαρίζω τά χέρια σου, ποὺἅγγιξαντήναματοστάλαχτη πλευρά τοΘεοπρίνπτόΘωμ, τόνπιστοπιστμέτήνξιέπαινη περιέργεια. Μακαρίζω τό στόμα σου, πο χόρτασε χόρταγακαίνώθηκεμέτό στόμα τοῦἸησο, γεμίζοντας π’ ατόμέΠνεμαγιο. Μακαρίζω τά μάτια σου, πο πλησίασαν τά μάτια τοῦἸησοκαί πήραν π’ ατάτόφςτόληθινό. Μακαρίζω τό πρόσωπό σου, πο ζύγωσε στ πρόσωπο τοΘεο. Μακαρίζω τοςμους σου, πο βαστάξαν Ατνποὺὅλατ βαστάζει. Μακαρίζω τ κεφάλι σου, ποτ σίμωσε κεφαλτνλων. Μακαρίζω τνωσφκατ Νικόδημο· γιατί γινανΧερουβεμμπροστστΧερουβεμ, σηκώνοντας κα μεταφέροντας πάνω τους τ Θεό· γιατί γινανπηρέτεςτοΘεομπροστστὰἑξαπτέρυγα (Σεραφεμ), σκεπάζοντας κατιμνταςτν Κύριο χιμ φτερά, λλμ σεντόνια. Ατνπο τρέμουν τΧερουβεμ, ὁἸωσφκαὶὁ Νικόδημος Τν σηκώνουν πάνουστοςμουςκαΤν μεταφέρουν μαζί μ’ λατκαταπλήκτα τάγματα τνσωμάτωνγγέλων» .

Τί σημαίνουν τα παραπάνω για εμάς σήμερα; Ότι όσο «ξένοι» και να είμαστε, δηλαδή, άσημοι, φτωχοί, άστεγοι, περιφρονημένοι, φυλακισμένοι, αδικημένοι, ξένοι ή ό,τι άλλο αρνητικό, μπορούμε κι εμείς να γίνουμε «πλούσιοι» σαν τον Ιωσήφ γιατί έχουμε την δυνατότητα με την κατάλληλη προετοιμασία να λαμβάνουμε μέσα μας τον Ίδιο τον Χριστό. Βασικό να μην φερόμαστε εμείς στους άλλους σαν να είναι «ξένοι».

Είμαστε «μακάριοι» όταν αξιωθούμε τέτοιου «πλούτου»!

Αξίζει να τα τολμήσουμε!

Αυτό είναι το μεγαλείο του Θεού μας!

ΠοιόςΤόν (το) κατάλαβε;

ΧΡΙΣΤΟΣ ΑΝΕΣΤΗ!!!

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου